Η Διεθνής Θεολογική Επιτροπή υπεύθυνη για τον διάλογο μεταξύ της Ορθόδοξης και της Αγγλικανικής Εκκλησίας |
Εξίσου σημαντικός είναι ο θεολογικός διάλογος που διεξάγει η Ορθόδοξη Εκκλησία με την Αγγλικανική, ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα. Στη μορφή και στη δομή που πραγματοποιείται σήμερα ξεκίνησε το 1973 με την πρώτη συνάντηση να λαμβάνει χώρα στην Οξφόρδη. Ως αποτέλεσμα των συνομιλιών μεταξύ του Αρχιεπισκόπου του Canterbury Δρ. Michael Ramsey και του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα το 1962 αποφασίστηκε από κοινού τόσο η προσέγγιση των δύο πλευρών, όσο και η σύσταση και η λειτουργία μίας διεθνούς θεολογικής επιτροπής, που θα αναλάμβανε το όλο θεολογικό έργο. Το 1964 στη Ρόδο και στη διάρκεια των εργασιών της Γ' Πανορθόδοξης Συνδιάσκεψης ομόφωνα αποφασίστηκε η ανάληψη και η συγκρότηση της Επιτροπής από τη μεριά των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ενώ αντίστοιχη απόφαση πάρθηκε και από την Anglican Communion. Η προπαρασκευαστική περίοδος κράτησε από το 1966 έως το 1972.
Την επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου του Canterbury Δρ. Michael Ramsey στο Φανάρι ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας την χαρακτήρισε ως "ένα ξεκίνημα μίας νέας πνευματικής άνοιξης, η οποία δύναται να οδηγήσει σε μία μεγαλύτερη προσέγγιση και σε μία πιο κοντινή συνεργασία όλες τις εκκλησίες". Η πρώτη φάση του διαλόγου έκλεισε με τη δημοσίευση της κοινής διακήρυξης της Μόσχας (1976), η οποία αναφέρεται στη γνώση του Θεού, στην αυθεντία της Αγίας Γραφής, στη σχέση της Αγίας Γραφής με την Παράδοση, στην εξουσία και στο ρόλο της Συνόδου εντός της εκκλησιαστικής ζωής, στο ζήτημα του filioque, στην έννοια της Εκκλησίας ως ευχαριστιακή κοινότητα και τέλος στην επίκληση του Αγίου Πνεύματος κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Η κοινή δήλωση του Δουβλίνου εγκαινίασε τη δεύτερη φάση του διαλόγου κατά το έτος 1984. Πριν όμως φτάσουμε στο κείμενο αυτό είχαν προηγηθεί οι διαδοχικές συναντήσεις της επιτροπής στο St. Michael's College, στο Llandaff, τον Ιούλιο του 1980, στο Ορθόδοξο Πατριαρχικό Κέντρο του Chambesy της Γενεύης το 1981, στο Canterbury το 1982 και στην Οδησσό το 1983. Πρόεδρος από τη μεριά των Ορθοδόξων ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μ. Βρετανίας Μεθόδιος.
Σκοπός αυτού του διαλόγου μεταξύ άλλων είναι η αναζήτηση και η μελέτη εκείνων των θεμελιωδών ζητημάτων, που οδηγούν στη δογματική συμφωνία ή απόκλιση μεταξύ των δύο εκκλησιών. Κοινή διαπίστωση όλων είναι ότι ο διάλογος συμβάλλει ιδιαίτερα στην ποιμαντική αποστολή και διακονία, στην ειρήνευση και στην καταλαγή μέσα σ' έναν κόσμο, που μαστίζεται από τις εθνικές, πολιτικές εντάσεις και από την οικονομική κρίση.
Η τρίτη φάση του διαλόγου ξεκίνησε το 1989 υπό την προεδρεία του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννου και του επισκόπου Henry Hill και είχε ως σκοπό την θεώρηση και τη μελέτη από κοινού του δόγματος της Εκκλησίας υπό το φως του δόγματος της Αγίας Τριάδος. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο ζήτημα ποιος μπορεί να χειροτονείται τόσο στο βαθμό του πρεσβύτερου, όσο και στο βαθμό του επισκόπου. Με την τρίτη φάση του διαλόγου θα ασχοληθούμε σε μία άλλη ευκαιρία.
Αρχιεπίσκοπος Canterbury Rowan Williams |
Σκοπός αυτού του διαλόγου μεταξύ άλλων είναι η αναζήτηση και η μελέτη εκείνων των θεμελιωδών ζητημάτων, που οδηγούν στη δογματική συμφωνία ή απόκλιση μεταξύ των δύο εκκλησιών. Κοινή διαπίστωση όλων είναι ότι ο διάλογος συμβάλλει ιδιαίτερα στην ποιμαντική αποστολή και διακονία, στην ειρήνευση και στην καταλαγή μέσα σ' έναν κόσμο, που μαστίζεται από τις εθνικές, πολιτικές εντάσεις και από την οικονομική κρίση.
Η τρίτη φάση του διαλόγου ξεκίνησε το 1989 υπό την προεδρεία του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννου και του επισκόπου Henry Hill και είχε ως σκοπό την θεώρηση και τη μελέτη από κοινού του δόγματος της Εκκλησίας υπό το φως του δόγματος της Αγίας Τριάδος. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο ζήτημα ποιος μπορεί να χειροτονείται τόσο στο βαθμό του πρεσβύτερου, όσο και στο βαθμό του επισκόπου. Με την τρίτη φάση του διαλόγου θα ασχοληθούμε σε μία άλλη ευκαιρία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.